Το έθνος των κομμουνιστών, του Κωστή Καρπόζηλου

Κωστής Καρπόζηλος, ιστορικός, διευθυντής ΑΣΚΙ


«Το έθνος είμαστε μείς» ήταν ο τίτλος του άρθρου στον Ριζοσπάστη το καλοκαίρι του 1936[1] Γ. Ζεύγος, “Το έθνος είμαστε μεις”, Ριζοσπάστης, 13.6.1936, σ. 1. . Συντάκτης ο Γιάννης Ζεύγος. Έναν χρόνο μετά το έβδομο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, το συνέδριο του Λαϊκού Μετώπου, ο ελληνικός κομμουνισμός επιχειρούσε να μιλήσει τη γλώσσα του έθνους. Στο σύντομο άρθρο του ο Ζεύγος περιέγραφε μια αντίστιξη που έμελλε να αντέξει στον χρόνο: από τη μία πλευρά η αστική τάξη εξέφραζε την υποδούλωση του έθνους σε ξένες δυνάμεις, από την άλλη οι κομμουνιστές –ως εκφραστές μίας ευρείας κοινωνικής συμμαχίας– εξέφραζαν τα αυθεντικά συμφέροντα του έθνους.

Γιάννης Ταλαγάνης Ζεύγος, 1897-1947
Πρωτοσέλιδο της εφ. Ριζοσπάστης. Στο κάτω μέρος το άρθρο του Γ. Ζεύγου, “Το έθνος είμαστε μεις”, 13/6/1936

Πρόκειται για μια στιγμή αναθεώρησης. Η κομμουνιστική πρόταση είχε εμφανιστεί στο ιστορικό προσκήνιο ως η εμφατική άρνηση της εθνικής ιδεολογίας. Αυτό ήταν το κληροδότημα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της απογοήτευσης των νέων ριζοσπαστών από την προθυμία των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων να εγκαταλείψουν τις διεθνιστικές διακηρύξεις την ώρα που ακούστηκε ο πρώτος εθνικός κανονιοβολισμός. Η ίδια η συγκρότηση της νέας Διεθνούς –της Κομμουνιστικής Διεθνούς– απηχούσε μία υπερεθνική μορφή πολιτικής οργάνωσης μέσα από την καινοτομία του «ενιαίου κομμουνιστικού κόμματος ολόκληρου του κόσμου». Στην επαναστατική αντίληψη κάθε χώρα ξεχωριστά και ο πλανήτης ολόκληρος τέμνονταν από την ένταση του ταξικού πολέμου. Σε αυτό το νοητικό σύμπαν, οι εθνικοί επέτειοι –όπως η ελληνική 25η Μαρτίου– ήταν απλά μέρες που επιβεβαίωναν την προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων να εμφυσήσουν το δηλητήριο της εθνικής ιδεολογίας σε εκείνες και εκείνους που καταστατικά «δεν είχαν πατρίδα». 

Η παράδοση αυτή χάθηκε μέσα στο χρόνο. Τροποποιήθηκε μέσα στη δεκαετία του 1930, άλλαξε μέσα από μια νέα ανάγνωση στα χρόνια του Λαϊκού Μετώπου, εξαϋλώθηκε μέσα από τις εμπειρίες της δεκαετίας του 1940 και τη διάλυση της Διεθνούς. Στη μεταπολεμική κομμουνιστική παράδοση το κοινωνικό και το εθνικό ζήτημα εμφανίζονταν να συμβαδίζουν σχεδόν αρμονικά μέσα από τις εμπειρίες της Αντίστασης και των νέων αντιαποικιακών κινημάτων. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα εθνικοποιήθηκαν. Αναζητώντας στις εθνικές επαναστάσεις του παρελθόντος τους προδρομικούς κρίκους σε μια νομοτελειακή πορεία του ιστορικού χρόνου διεκδικούσαν εμφατικά το μονοπώλιο μίας αναγέννησης που θα ήταν ταυτόχρονα κοινωνική και εθνική. «Το έθνος είμαστε μεις».

Ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον

Συχνά η ιστοριογραφία του κομμουνιστικού φαινομένου παρουσιάζει τις μεγάλες μεταβολές μέσα από ένα σχήμα στο οποίο κυριαρχούν οι διαδοχικές κομματικές αποφάσεις, ενώ εξίσου συχνά αυτές ερμηνεύονται μέσα από μία μονοσήμαντη ερμηνεία των σχέσεων μεταξύ του Χ ή Ψ κόμματος και –αρχικά– της Διεθνούς ή στη συνέχεια του ρωσικού κομμουνιστικού κόμματος. Δεν είναι εδώ ο τόπος και η ώρα για μια κριτική συζήτηση γύρω από αυτή τη μεθοδολογία. Προς το παρόν θα ήθελα να προτείνω το εξής: να σκεφτούμε γύρω από το ερώτημα –το λέω σχηματικά– «πώς αλλάζει η γραμμή» μέσα από την εστίαση στις διαδρομές των ανθρώπων στο χρόνο και στο χώρο, μέσα από την καταγραφή και την κατανόηση των διακλαδώσεων και των συνδέσεων μεταξύ διαφορετικών γεωγραφικών σημείων και εν τέλει μέσα τη σύλληψη της καινοτομίας ενός προγραμματικά διεθνικού πολιτικού σχηματισμού που γνώρισε βαθιές μεταβολές στην εσωτερική του υπόσταση. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να πιάσω το νήμα από ένα γνωστό επεισόδιο.

Τον Οκτώβριο του 1933 μια νέα υπογραφή εμφανίστηκε στις σελίδες της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης· αυτή ήταν του Γιάννη Ζεύγου. Ο τίτλος του άρθρου του άφηνε λίγα περιθώρια αμφιβολίας για το περιεχόμενο: «Ο “Μαρξιστής” Γ. Κορδάτος ιστορικός της μπουρζουαζίας»[2] Γ. Ζεύγος, “Ο “Μαρξιστής” Γ. Κορδάτος ιστορικός της μπουρζουαζίας, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 15.10.1933, σ. 19-25. . Ήταν το πρώτο από εφτά διαδοχικά κείμενα πολεμικής που δημοσιεύτηκαν σε αντίστοιχα διαδοχικά τεύχη του θεωρητικού περιοδικού του ελληνικού τμήματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς [3] Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος σαν ιστορικός της επανάστασης του 1821”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 1.11.1933, σ. … Continue reading. Σήμερα, το ύφος, η δομή της επιχειρηματολογίας και η ένταση που αποπνέουν τα άρθρα αυτά φαντάζουν –και είναι– εξαιρετικά μακρινά. Στόχος του Γιάννη Ζεύγου ήταν η συστηματική και σχολαστική αμφισβήτηση της ιστοριογραφικής παραγωγής του Γιάνη Κορδάτου. Ο τελευταίος είχε αρχικά αποχωρήσει από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και είχε –τυπικά– διαγραφεί το 1927. Αυτό δεν σήμαινε ότι είχε εξοβελιστεί από τον κόσμο του ελληνικού κομμουνισμού. Υπήρχε μια ατμόσφαιρα ανοχής: το Σοσιαλιστικό Βιβλιοπωλείο συνέχισε να διακινεί τα έργα του, ο Ριζοσπάστης ανήγγειλε τις νέες εκδόσεις και σε επετειακές περιστάσεις ο κομματικός συντάκτης θα αντλούσε κάποια πληροφορία από το «πολύτιμο υλικό που μας δίνει ο σ. Κορδάτος στα βιβλία του»[4] Ενδεικτικά: Τ. Θνητός, “Η Πρωτομαγιά στα 1894”, Ο Νέος Ριζοσπάστης, 28.4.1932, σ. 2. .

Ο Φίλιππος Ηλιού[5] Φίλιππος Ηλιού, “Η ιδεολογική χρήση της ιστορίας: σχόλιο στη συζήτηση Κορδάτου-Ζεύγου”, στο Φίλιππος … Continue reading με έξοχο τρόπο έχει χρησιμοποιήσει την αντιπαράθεση μεταξύ Ζεύγου και Κορδάτου ως το κατεξοχήν παράδειγμα της ιδεολογικής χρήσης της ιστορίας: το διακύβευμα δεν αφορούσε το ίδιο το παρελθόν αλλά «το χαρακτήρα της κοινωνικής επανάστασης που οραματίζονται οι έλληνες κομμουνιστές». Όντως, τα άρθρα του Ζεύγου του 1933 συνδέονται και εγγράφονται σε μια νέα κομματική ανάγνωση της ελληνικής κοινωνίας από την οποία προέκυψε η θέση για τον αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα της επικείμενης επανάστασης. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Η επανεξέταση του παρελθόντος δεν συνδεόταν μονοσήμαντα με τις θεωρητικές αναζητήσεις και τους αναπροσανατολισμούς του κομμουνιστικού κινήματος γύρω από τη φύση της ελληνικής κοινωνίας. Αφορούσε την ίδια στιγμή την ίδια την ταυτότητα του κομμουνιστικού κόμματος. Ο Ζεύγος δεν επιτίθεται στον Κορδάτο απλά και μόνο για να προκρίνει μια νέα ανάγνωση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Επιτίθεται πρωτίστως γιατί τον ενδιαφέρει η εμπέδωση μίας νέας κομματικής αντίληψης για την κομμουνιστική συγκρότηση- σε αυτήν δεν υπάρχει περιθώριο ανοχής για εκείνους που έχουν διαφωνήσει με το ίδιο το κόμμα.

Ο Γιάννης Ταλαγάνης (ο άνθρωπος που εμείς ξέρουμε ως Γιάννη Ζεύγο ή Ζέβγο) ήταν ένας επαγγελματίας της επανάστασης. Το 1928, ύστερα από κομματική εντολή, αναχώρησε από την Ελλάδα. Προορισμός του ήταν η Μόσχα[6] Για τις εμπειρίες της και την πορεία του Γιάννη Ζεύγου στη Μόσχα, βλ. Καίτη Ζεύγου-Νισυρίου, Με τον Γιάννη … Continue reading. Εκεί στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς είχε ιδρυθεί –για πρώτη φορά– ελληνικό τμήμα στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Λαών της Δύσης- το ΚΟΥΝΜΖ. Δεν ήταν ο μόνος. Από το 1927 έως το 1936 περισσότερα από 120 στελέχη του ελληνικού κομμουνισμού έφτασαν με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο στη σοβιετική πρωτεύουσα για να παρακολουθήσουν μαθήματα στην αναπτυσσόμενη οικολογία των διεθνών κομματικών σχολών. Ήταν ένα καινοτόμο εγχείρημα που είχε ως προγραμματικό στόχο τη διαμόρφωση μίας νέας γενιάς κομμουνιστών. Εκεί, στην πόλη της Διεθνούς, άνθρωποι σαν τον Ταλαγάνη –από κάθε σημείο του πλανήτη– θα είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν και να μελετήσουν το παγκόσμιο υπόδειγμα της κομμουνιστικής πολιτικής: το κόμμα των μπολσεβίκων.

Μπαίνοντας στην αίθουσα του ελληνικού τμήματος του ΚΟΥΝΜΖ ο Ταλαγάνης διέφερε από τους συντρόφους του. Ήταν δάσκαλος τη στιγμή που οι περισσότεροι δεν είχαν καν τελειώσει το δημοτικό σχολείο- τα δημογραφικά στοιχεία των κομμουνιστών που έφταναν στη Μόσχα υπογραμμίζουν την τραχιά εμπειρία της παιδικής εργασίας, της προσφυγικής κινητικότητας και της διάλυσης κάθε σταθερού σημείου αναφοράς. Σύντομα ο Γιάννης Ταλαγάνης (ή σύμφωνα με το ρωσικό του ψευδώνυμο Ιβάν Γεωργίεβιτς Μητσάκης) ανέλαβε τη διδασκαλία των μαθημάτων της σοβιετικής και της ελληνικής ιστορίας[7] Τα σχετικά από τον προσωπικό φάκελο του Γιάννη Ταλαγάνη (ή Ιβάν Γεωργίεβιτς Μητσάκη) στο Τμήμα Στελεχών της … Continue reading. Ήταν μια αποκαλυπτική εμπειρία για τον τριαντάχρονο κομμουνιστή. Η σοβιετική ιστοριογραφία γνώριζε μια καθοριστική αναθεώρηση. Το 1928 ο Ιωσήφ Στάλιν είχε κηρύξει την απαρχή της “μεγάλης ρήξης”[8]Sheila Fitzpatrick, On Stalin’s Team: the years of living dangerously in Soviet politics, Princeton University Press, 2015, σ. 43. Για τη σύνδεση αυτής με τα … Continue reading. Ήταν μια επανάσταση μέσα στην επανάσταση. Και όπως κάθε επανάσταση καθοριζόταν μέσα από τη σύγκρουση με το πρόσφατο παρελθόν. Το 1931 ο Στάλιν ξεκίνησε συστηματικές παρεμβάσεις για την ανάγκη απόσυρσης και καταδίκης των ιστορικών εκείνων έργων που είχαν παραχθεί τη δεκαετία του 1920 και απηχούσαν «τροτσκιστικές» και «αστικές» αντιλήψεις[9] Ενδεικτικά: J. Stalin, “Some Questions Concerning the History of Boslhevism”, Joseph Stalin, Leninism: Selected Writings, International Publishers, 1942, σ. 222-233. … Continue reading. Δεν επρόκειτο για μια αφηρημένη συζήτηση. Το αποτέλεσμα ήταν η απόσυρση του βασικού διδακτικού εγχειριδίου –μίας τετράτομης ιστορίας του κόμματος των μπολσεβίκων– από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των διεθνών κομματικών σχολών. «Η ιστορία» όφειλε κατά τον σοβιετικό ηγέτη «να είναι ιστορία».

Χαιρετιστήριο του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ προς το ελληνικό τμήμα του Κομμουνιστικού Πανεπιστημίου των Λαών της Δύσης, 1929, RGASPI, 529/1/307, σ. 11]

Σε αυτό το κλίμα διαμορφώθηκε η διανοητική συγκρότηση του Γιάννη Ταλαγάνη ή Ιβάν Μητσάκη ή Γιάννη Ζεύγου. Στις συζητήσεις του γύρω από την ιστορία με την επικεφαλής του ΚΟΥΝΜΖ, στην παρακολούθηση των συνεδριάσεων για την αντικατάσταση των ιστορικών έργων, στην ανάγνωση των σοβιετικών εφημερίδων, στη δική του διδασκαλία της ιστορίας στις τάξεις του ελληνικού τμήματος από το 1928 έως και το 1933. «Πειθαρχημένος και συνεπής. Δεν παρουσίασε ταλαντεύσεις. (…) Επιθυμεί και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οργανωτική κομματική δουλειά» ήταν το διαβατήριό του όταν επέστρεψε στην Ελλάδα το 1933.[10]RGASPI, 529/1/308, σ. 32. Πλέον –όπως μαρτυρούσε η κομματική του αξιολόγηση– ήταν ένας καλός μπολσεβίκος. Έχει αφομοιώσει όχι μόνο ένα φορτίο γνώσεων, αλλά κυρίως έναν τρόπο εννοιολόγησης της κομμουνιστικής ταυτότητας όπως διαμορφώθηκε αυτή στον απόηχο της «μεγάλης ρήξης». Συστατικό της στοιχείο είναι η πολεμική με τους παλιούς συντρόφους- όπως ο Γιάνης Κορδάτος.

Αξιολόγηση του Ιβαν Μητσάκη (Γιάννη Ταλαγάνη), Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Λαών της Δύσης, RGASPI, 529/1/308, σ. 32

Ένα μονολιθικό κόμμα 

Όταν λοιπόν ο άνθρωπος αυτός επιστρέφει στην Ελλάδα και –με το νέο του όνομα– εμφανίζεται ως ένας κύριος θεωρητικός νους του ελληνικού κομμουνισμού προσκομίζει –όπως και οι σύντροφοί του που εποικίζουν τις κομματικές οργανώσεις ύστερα από την παραμονή τους στη Μόσχα– κάτι περισσότερο από μια αφηρημένη «γραμμή». Το κύριο εδώ είναι η σύλληψη μίας νέας αντίληψης για το κόμμα. Δεν πρέπει να το σκεφτούμε αυτό με όρους μιας απλής χωρικής μεταφοράς – το «εκεί» που έρχεται «εδώ». Η πλανητική διάσταση του ενιαίου κόμματος της Διεθνούς και η ολόψυχη ταύτιση του κάθε επιμέρους «εδώ» με το σοβιετικό «εκεί» σχετικοποιεί την εικόνα μίας εξωγενούς εισαγωγής. Περισσότερο πρέπει να σκεφτούμε μέσα από ένα σχήμα διαρκούς κυκλοφορίας όπου άνθρωποι, ιδέες και πρακτικές κινούνται σε έναν ενιαίο κομμουνιστικό χώρο και μέσα από την κίνησή τους καταργούν το απόλυτο του ορίου μεταξύ «εντός» και «εκτός» της εθνικής επικράτειας. Πρόκειται για έναν συγχρονισμό – η λειτουργία των διεθνών κομματικών σχολών για παράδειγμα είναι εκείνος ο τρόπος που επιτυγχάνεται η λεπτή ευθυγράμμιση των τμημάτων της Διεθνούς με το υπόδειγμα του κόμματος των μπολσεβίκων. Αυτή αφορά πρωτίστως την εσωτερική διάσταση της κομμουνιστικής αντίληψης.  

Η επίθεση του Ζεύγου στον Κορδάτο δεν παραπέμπει στις παλαιότερες σχοινοτενείς και έντονες διαμάχες στο εσωτερικό του σοσιαλιστικού ή του κομμουνιστικού κινήματος. Πλέον το κύριο είναι η ολοκληρωτική εκμηδένιση του ιδεολογικού αντιπάλου. Δεν υπάρχει τίποτα, μα τίποτα, θετικό στο έργο του Κορδάτου. Και πώς θα μπορούσε εφόσον ο ίδιος ο Κορδάτος είναι ένας «πλαστογράφος», ένας «φιλισταίος», ένας «υποκριτής». Και ο ρόλος του Ζεύγου προσδιορίζεται ανάλογα: να αφαιρέσει τη «μάσκα του μαρξιστή» για να φανεί «ολόγυμνη η αντεπαναστατική [του] ουσία». Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της υπόθεσης. Οι λέξεις που διαλέγει ο Ζεύγος αρδεύουν από την κεντρική αρτηρία του νέου σοβιετικού κομμουνισμού: από την διαρκή και συστηματική εμπέδωση πρακτικών που έχουν ως στόχο την αποκάλυψη του ταξικού εχθρού ο οποίος στην πλέον επικίνδυνη μορφή του είναι ο παλιός σύντροφος, αυτός που εξαπάτησε το κόμμα, αυτός που κρύβεται πίσω από τη χρήση της μαρξιστικής ορολογίας[11] Sheila Fitzpatrick, Tear off the Masks! Identity and Imposture in Twentieth-Century Russia, Princeton University Press, 2005. . Πρόκειται για την απόληξη μιας μανιχαϊστικής ανάγνωσης της κομμουνιστικής υποκειμενικότητας που αποδείχθηκε εξαιρετικά ανθεκτική στο χρόνο. Σύμφωνα με αυτή, δεν υπάρχει περιθώριο ανοχής. Στο άρθρο του το 1931 ο Ιωσήφ Στάλιν κατηγορεί την συντακτική επιτροπή ενός περιοδικού για την ανοχή που έδειξε απέναντι σε ένα ιστορικό έργο που αφορά το κόμμα των μπολσεβίκων: «η φιλελεύθερη στάση απέναντι στον Τροτσκισμό (…) είναι ανοησία στα όρια του εγκλήματος, στα όρια της προδοσίας της εργατικής τάξης»[12] Stalin, “Some Questions Concerning the History of Bolshevism”, Leninism: Selected Writings, σ. 232. . Είναι μια διαδικασία εκκαθάρισης του παρελθόντος. Το 1933 –στη 15η επέτειο από την ίδρυσή του– το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς κοιτάει τη δική του ιστορία μέσα από το πρίσμα της διαρκούς διαπάλης –με βιολογικούς όρους– με τους πράκτορες του ταξικού εχθρού που δρούσαν στο εσωτερικό του. Ο Κορδάτος είναι ένας από αυτούς. 

Ο ελληνικός κομμουνισμός, από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, μετασχηματίζεται και σκληραίνει. Υιοθετεί μια αυταρχική και μονοφωνική εννοιολόγηση της κομμουνιστικής υπόθεσης. Το 1927 το Κομμουνιστικό Κόμμα προσδιοριζόταν ως ένας «ζωντανός οργανισμός» που θεωρούσε «φυσικό να υπάρχουν διαφωνίες μέσα του». Η αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού συσχετιζόταν με την «ελεύθερη συζήτηση μέσα στο Κόμμα» και την «αληθινή πρωτοβουλία όλων των μελών»[13]Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμος δεύτερος: 1925-1928, Σύγχρονη Εποχή, χ.χ., σ. 226. . Εννιά χρόνια μετά, το 1936, τίποτα από αυτήν την παράδοση δεν είχε επιβιώσει. «Το ΚΚΕ είναι συγκροτημένο πάνω στην αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, δηλαδή πάνω στη βάση της εσωκομματικής δημοκρατίας, της αυστηρά συγκεντρωτικής καθοδήγησης και της συνειδητής σιδερένιας πειθαρχίας»[14]Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμος τέταρτος: 1929-1933, Σύγχρονη Εποχή, χ.χ., σ. 314. Βλ τις … Continue reading. Η οριστική μετάβαση από την παλαιότερη εποχή του χαοτικού εσωτερικού διαλόγου στη δαιμονοποίηση της διαφωνίας και στον εξοβελισμό από τη μνήμη του κόμματος όσων είχαν στο μεταξύ διαφωνήσει είχε ολοκληρωθεί. Αυτή η μετάβαση όμως είχε και μια αντίστροφη διάσταση: η ιδεολογική μόνωση συμβάδιζε με μια νέα –πιο ευέλικτη– ανάγνωση του εθνικού ζητήματος που είχε ως απόληξη την οικειοποίηση του εθνικού παρελθόντος. Το 1821 –ή το 1776 ή το 1789– μετασχηματιζόταν σε ορόσημα μιας νέας κομματικής αντίληψης που αναζητούσε στις αποτυχημένες επαναστάσεις του παρελθόντος την επιβεβαίωση της ανάγκης ενός μονολιθικού κόμματος που θα έφτανε την υπόθεση ως το τέλος· μία υπόθεση που πια δεν θα ήταν μόνο κοινωνική, αλλά συνάμα και εθνική.

Η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου στην πράξη: Προκήρυξη Δημοκρατικής Ένωσης Ελλήνων Γαλλίας, Μάρτιος 1937

Υποσημειώσεις

Υποσημειώσεις
1  Γ. Ζεύγος, “Το έθνος είμαστε μεις”, Ριζοσπάστης, 13.6.1936, σ. 1.
2 Γ. Ζεύγος, “Ο “Μαρξιστής” Γ. Κορδάτος ιστορικός της μπουρζουαζίας, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 15.10.1933, σ. 19-25.
3  Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος σαν ιστορικός της επανάστασης του 1821”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 1.11.1933, σ. 26-34. Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος σαν ιστορικός του εργατικού μας κινήματος”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 15.11.1933, σ. 13-24. Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος σαν οικονομολόγος στις πρώτες γραμμές της αντεπανάστασης”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 1.12.1933, σ. 7-13. Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος σαν πλαστογράφος της ιστορίας του μπολσεβίκικου κόμματος”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 15.12.1933, σ. 8-15. Γιάννης Ζεύγος, “Ο Γ. Κορδάτος αντιπροσωπευτικός τύπος αναθεωρητής του Μαρξισμού-Λενινισμού”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 1.1.1934 σ. 6-11. Γιάννης Ζεύγος, “Η απάντηση του μαρξιστή της μπουρζουαζίας”, Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 15.1.1934, σ. 8-15
4  Ενδεικτικά: Τ. Θνητός, “Η Πρωτομαγιά στα 1894”, Ο Νέος Ριζοσπάστης, 28.4.1932, σ. 2.
5  Φίλιππος Ηλιού, “Η ιδεολογική χρήση της ιστορίας: σχόλιο στη συζήτηση Κορδάτου-Ζεύγου”, στο Φίλιππος Ηλιού, Ψηφίδες ιστορίας και πολιτικής του εικοστού αιώνα, Εκδοτική Φροντίδα: Άννα Ματθαίου-Στρατής Μπουρνάζος-Πόπη Πολέμη, Εκδόσεις Πόλις, 2007, σ. 197-207 και ειδικότερα σ. 199-200
6  Για τις εμπειρίες της και την πορεία του Γιάννη Ζεύγου στη Μόσχα, βλ. Καίτη Ζεύγου-Νισυρίου, Με τον Γιάννη Ζέβγο στο επαναστατικό κίνημα, Ωκεανίδα, 1980, σ. 77-108.
7  Τα σχετικά από τον προσωπικό φάκελο του Γιάννη Ταλαγάνη (ή Ιβάν Γεωργίεβιτς Μητσάκη) στο Τμήμα Στελεχών της Κομμουνιστικής Διεθνούς,  RGASPI, 495/207/608.
8 Sheila Fitzpatrick, On Stalin’s Team: the years of living dangerously in Soviet politics, Princeton University Press, 2015, σ. 43. Για τη σύνδεση αυτής με τα εσωτερικά της Διεθνούς, βλ. Silvio Pons, The Global Revolution: a History of International Communism 1917-1991, Oxford University Press, 2014, σ. 62-64 και 68-70
9  Ενδεικτικά: J. Stalin, “Some Questions Concerning the History of Boslhevism”, Joseph Stalin, Leninism: Selected Writings, International Publishers, 1942, σ. 222-233. Ευρύτερα: David Brandenberger, National Bolshevism: Stalinist Mass Culture and the Formation of Modern Russian National Identity,  1931-1956, Cambridge University Press, 2002 και ειδικότερα David Brandenberger, “The Fate of Interwar Soviet Internationalism: A Case Study of the Editing of Stalin’s 1938 Short Course on the History of the ACP(b)”, Revolutionary Russia, 29 (2016), σ. 1-23.
10 RGASPI, 529/1/308, σ. 32.
11  Sheila Fitzpatrick, Tear off the Masks! Identity and Imposture in Twentieth-Century Russia, Princeton University Press, 2005.
12  Stalin, “Some Questions Concerning the History of Bolshevism”, Leninism: Selected Writings, σ. 232.
13 Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμος δεύτερος: 1925-1928, Σύγχρονη Εποχή, χ.χ., σ. 226. 
14 Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, Επίσημα Κείμενα, τόμος τέταρτος: 1929-1933, Σύγχρονη Εποχή, χ.χ., σ. 314. Βλ τις εύστοχες επισημάνσεις, Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τόμος Β’, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, 2006, σ. 1286.