Τα επαναστατικά κινήματα για την ανεξαρτησία της Λατινικής Αμερικής (1808-1825): παραλληλισμοί και σχέσεις με το ελληνικό 1821

Εικόνα: Juan O’ Gorman, Η Επανάσταση του Μεξικού, τοιχογραφία (λεπτομέρεια), 1960-1961
Συνέντευξη της Μαρίας Δαμηλάκου στον Θανάση Γάλλο

Η Μαρία Δαμηλάκου, Επίκουρη Καθηγήτρια στο τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, συνομιλεί με τον Θανάση Γάλλο για τα επαναστατικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής που διεξάγονται παράλληλα με την Επανάσταση του 1821, τις αλληλεπιδράσεις τους, τα κοινά τους χαρακτηριστικά αλλά και τις διαφορές και τις ιδιαιτερότητες τους.

Θανάσης Γάλλος: Επαναστάσεις στη Λατινική Αμερική και Μεσογειακές επαναστάσεις (1820-1821): υπάρχουν ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στα δύο επαναστατικά κινήματα και αν ναι ποιες είναι αυτές; 

Μαρία Δαμηλάκου: Μιλάμε για ένα σύνολο κινημάτων τα οποία αποτελούν μέρος ενός μεγάλου επαναστατικού κύματος και εγγράφονται στην ίδια ιστορική συγκυρία, δηλαδή την περίοδο των ναπολεόντειων πολέμων και τη μεταναπολεόντεια εποχή που χαρακτηρίστηκε από την παλινόρθωση των δυνάμεων της συντήρησης. Πρόκειται για ένα κύμα που διαπέρασε και κλόνισε πολύ διαφορετικά αυτοκρατορικά συστήματα κυριαρχίας όπως το ισπανικό και το οθωμανικό και συνέδεσε, μέσω των φιλελεύθερων ιδεών και της επαναστατικής δράσης, τους λαούς της ευρω-αμερικανικής περιφέρειας. Προφανώς μιλούμε για κινήματα που έλαβαν χώρα σε διαφορετικές κοινωνίες, με άλλη πολιτισμική σύνθεση και διαφορετικά συστήματα κυριαρχίας. Ενδεικτικά αναφέρω ότι οι Ισπανοί, εφάρμοζαν στην αυτοκρατορία τους τη φεουδαλική προτεραιότητα της καταγωγής, ευνοώντας τους προερχόμενους από την μητρόπολη έναντι των κρεολών, δηλαδή των Ισπανών που είχαν γεννηθεί στην αμερικανική ήπειρο. Από την άλλη πλευρά, στο κατακτητικό πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί ήταν συγκροτημένοι σε  θρησκευτικές κοινότητες (μιλλιέτ). Η διαφορά της θρησκείας ήταν για την πλειονότητα των υποτελών πληθυσμών η βάση του αποκλεισμού τους από τις κυρίαρχες κοινωνικές ομάδες και των διακρίσεων που υφίσταντο.

Παρόλες τις διαφορές, μεταξύ των νοτιοευρωπαϊκών και των λατινοαμερικανικών επαναστάσεων υπάρχουν ομοιότητες και συσχετισμοί, και σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για παράλληλα κινήματα που απλά συνέπεσαν χρονικά. Σε όλες τις περιπτώσεις αναφερόμαστε σε κρίσεις αυτοκρατορικών συστημάτων, οι οποίες επέτρεψαν να προβάλει για τους λαούς ο εθνικός ορίζοντας και να ανοίξει η επιλογή της διεκδίκησης της ανεξαρτησίας. Μιλούμε για κρίσεις απονομιμοποίησης των καθεστώτων κυριαρχίας, οι οποίες έγιναν αντιληπτές μέσα από ιδεολογικές ζυμώσεις που είχαν ως κοινές αφετηρίες τον Διαφωτισμό και τα μεγάλα παραδείγματα της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης. Αυτές οι κρίσεις επέτρεψαν να βγουν στην επιφάνεια και να πάρουν την επαναστατική κατεύθυνση δυσαρέσκειες και προσδοκίες, οι οποίες συνδέονταν με τη νέα οικονομική δυναμική που αναπτύχθηκε, κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στον μεσογειακό και τον διατλαντικό κόσμο.

Pedro Subercaseaux, Ανοιχτή Εθνοσυνέλευση της 22ης Μαΐου 1810 (Μπουένος Άιρες). Ελαιογραφία (1908). Museo Histórico Nacional, Buenos Aires

Θ.Γ.: Αυτό που εξελίσσεται στη Λατινική Αμερική μέσα στις δύο αυτές δεκαετίες περίπου (1808-1825) είναι μία πανηπειρωτική επανάσταση με πολλές εστίες ή πολλές επιμέρους επαναστάσεις χωρίς προφανή σύνδεση μεταξύ τους;

Μ.Δ.: Στο διάστημα 1808-1825 στη Λατινική Αμερική συντελέστηκε μια πολυεστιακή πανηπειρωτική επανάσταση. Οι μεγάλοι ιδεολόγοι των λατινοαμερικανικών κινημάτων προσέγγισαν εξαρχής το ζήτημα της ανεξαρτησίας των ισπανικών κτήσεων μέσα από μια πανηπειρωτική προοπτική. Ο πρόδρομος Μιράντα, στις αρχές του 19ου αιώνα, απηύθυνε τις εκκλήσεις του υπέρ της επανάστασης στους κατοίκους της «Κολομβιανής ηπείρου» και ήδη από το 1801 είχε συντάξει ένα στρατιωτικό σχέδιο και ένα πολιτικό πρόγραμμα ηπειρωτικής εμβέλειας, τα οποία άσκησαν μεγάλη επίδραση στον Μπολίβαρ και τον Σαν Μαρτίν, τους δυο μεγάλους ελευθερωτές.  Ο Μπολίβαρ εξαρχής θεωρούσε ότι έπρεπε να συγκροτηθεί ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον των Ισπανών και μια συντονισμένη διακυβέρνηση που θα ήταν ικανή να αντιμετωπίσει τις φιλομοναρχικές εστίες σε όλη τη Νότιο Αμερική. Και ο Σαν Μαρτίν έγινε ο απελευθερωτής όχι μόνο της ιδιαίτερης πατρίδας του, της σημερινής Αργεντινής,  αλλά και της Χιλής και του Περού.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όλα τα τμήματα της ισπανικής αυτοκρατορίας στην Αμερική αντέδρασαν με τον ίδιο τρόπο απέναντι στην επαναστατική επιλογή. Αντίθετα, οι διάφορες ισπανικές κτήσεις διχάστηκαν απέναντι στη φιλελεύθερη πρόσκληση των επαναστατών της μητρόπολης οι οποίοι, μετά την κατάληψη της Ισπανίας από τον Ναπολέοντα, τις κάλεσαν  να συμμετάσχουν στη Βουλή του Κάντιθ και να γίνουν μέρος του «έθνους των δύο ημισφαιρίων» που αυτή η Βουλή δημιούργησε. Οι διαφορετικές στάσεις των ισπανικών κτήσεων οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στις διαφορές που είχαν μεταξύ τους ως προς την οικονομική δυναμική τους, τις εθνο-κοινωνικές δομές τους αλλά και τη θεσμική παράδοση και σχέση τους με τη μητρόπολη. Ως αποτέλεσμα, η Ισπανική Αμερική χωρίστηκε σε δύο «κόσμους», στις πιστές στη μητρόπολη και στις επαναστατημένες κτήσεις, οι οποίες κάποιες στιγμές συγκρούστηκαν και μεταξύ τους. Οι νομιμόφρονες περιφέρειες συμμετείχαν στη Βουλή του Κάντιθ και ακολούθησαν τις διάφορες φάσεις του ισπανικού φιλελευθερισμού. Άλλες αποικιακές πρωτεύουσες, όπως το Καράκας και το Μπουένος Άιρες, αρνήθηκαν να στείλουν αντιπροσώπους στο Κάντιθ και ήδη από το 1810 άρχισαν να κινούνται προς μια ριζοσπαστική κατεύθυνση που κατέληξε στη σύγκρουσή τους με τη μητρόπολη και τελικά στην ανεξαρτησία τους.

Θ.Γ.: Εμπνέουν οι επαναστάσεις της Λατινικής Αμερικής (μια και προηγούνται χρονικά) τον κόσμο της Μεσογείου και αν ναι πως εκδηλώνεται αυτός ο αντίκτυπος στη ρητορική αλλά και στη δράση;

Μ.Δ.: To επαναστατικό κύμα αυτής της περιόδου συνέδεσε πολύ μακρινές γεωγραφικές ενότητες. Διαφορετικοί λαοί προερχόμενοι από διαφορετικά συστήματα κυριαρχίας μίλησαν μια νέα κοινή γλώσσα, επέλεξαν το δημοκρατικό πολίτευμα, ταύτισαν την ελευθερία με τον συνταγματισμό και δοκιμάστηκαν με την ερμηνεία εννοιών όπως λαϊκή κυριαρχία, πατρίδα, έθνος. Το κοινό όραμα διαμόρφωσε μια φιλελεύθερη αδελφοσύνη η οποία απλώθηκε στο Μεσογειακό κόσμο και στη Λατινική  Αμερική. Οι επαναστατημένοι Νοτιοευρωπαίοι και Λατινοαμερικανοί γνώριζαν και παρακολουθούσαν οι μεν τους αγώνες των δε και οι επιρροές ήταν αμφίδρομες. Μην ξεχνάμε ότι οι λατινοαμερικανικές επαναστάσεις ακολούθησαν τη φιλελεύθερη επανάσταση που ξεκίνησε στη μητρόπολη Ισπανία, στο πλαίσιο της αντίστασης ενάντια στη γαλλική κατάληψη. Σε αυτό το πλαίσιο συγκροτήθηκαν κυβερνητικές επιτροπές στις σημαντικότερες ισπανικές πόλεις και συγκλήθηκε η Βουλή του Κάντιθ που το 1812 θα ψήφιζε ένα από τα πιο φιλελεύθερα συντάγματα της εποχής, το οποίο άσκησε μεγάλη επίδραση στη φιλελεύθερη σκέψη όλου του 19ου αιώνα.  Αυτή η φιλελεύθερη επανάσταση στην Ισπανία υπήρξε η αφετηρία και πηγή έμπνευσης για τα κινήματα στη Λατινική Αμερική, καθώς οι λαοί των εκεί ισπανικών κτήσεων αντέδρασαν αρχικά σύμφωνα με τη μητρόπολή τους και αναζήτησαν μια νέα πολιτική νομιμότητα με τη θέσπιση τοπικών κυβερνητικών σχημάτων.

Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί αγώνες των λατινοαμερικανικών λαών που κλιμακώθηκαν μετά την επιστροφή του βασιλιά Φερδινάνδου στον ισπανικό θρόνο και την παλινόρθωση της απολυταρχίας, ενέπνευσαν τους λαούς της Νότιας Ευρώπης. Για να αναφερθώ ειδικά στην ελληνική περίπτωση, ξέρουμε ότι ο Σιμόν Μπολίβαρ προβαλλόταν από αρκετούς έλληνες επαναστάτες, κυρίως ως πρότυπο επιτυχούς συνδυασμού στρατιωτικής και πολιτικής ικανότητας, κάτι που θεωρούνταν ότι έλειπε από την ηγεσία της ελληνικής επανάστασης. Ο Χρήστος Λούκος έχει συμπεριλάβει σε κείμενό του ορισμένες τέτοιες αναφορές στον Μπολίβαρ. Για να δώσω απλώς ένα παράδειγμα, ο Ιωάννης Καρατζάς έγραφε στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Δεκέμβριο του 1826 ότι «Μπολιβάρ ημείς κατά δυστυχίαν μας δεν έχομεν». Αντίστοιχα, οι απεσταλμένοι του Μπολίβαρ που είχε στείλει στην Ευρώπη έστελναν στις αναφορές τους ειδήσεις και από την Ελληνική Επανάσταση. Ο ίδιος στα κείμενά του αντλεί επιχειρήματα για τα σχέδιά του από την ελληνική αρχαιότητα αλλά και από τον σύγχρονο αγώνα των Ελλήνων. Γενικά στα κείμενα της περιόδου οι αγώνες των άλλων λαών λειτουργούν ως αφορμή για συγκρίσεις και ως καθρέφτης.

Θ.Γ.: Ο Σιμόν Μπολίβαρ και ο Ρήγας Φεραίος αποτελούν δύο περιπτώσεις επαναστατών με οράματα πέρα από τα όρια του έθνους-κράτους. Μήπως αυτή η συγκρότηση του εθνικού κράτους ως κύριος στόχος των επαναστατών αποτελεί εν μέρει και μία μεταγενέστερη κατασκευή, η οποία και συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την συγκρότηση του εθνικού αφηγήματος;

Μ.Δ.: Το να νοηματοδοτούμε το εθνικό διακύβευμα των επαναστάσεων των δεκαετιών του 1810 και του 1820 με τις σημασίες που καθιερώθηκαν κατά την εποχή της κυριαρχίας των εθνικών κρατών, είναι οπωσδήποτε αναχρονισμός. Στους λατινοαμερικανικούς αγώνες το κυρίαρχο πολιτικό υποκείμενο έγινε εξαρχής ο αμερικανός πατριώτης ο οποίος οριζόταν ως αντίθεση προς τον ευρωπαίο/ισπανό κατακτητή. Από εκεί και πέρα τα όρια των επιμέρους εθνών που θα προέκυπταν από τη διαδικασία της ανεξαρτησίας ήταν ασαφή. Αυτή η ασάφεια ανέδειξε από τη μια πλευρά τη δύναμη του τοπικού παράγοντα και από την άλλη άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο της συγκρότησης ευρύτερων πολιτικών οντοτήτων, «υπερεθνικού» χαρακτήρα, στα απελευθερωμένα εδάφη.

Ο Μπολίβαρ είναι ο ήρωας που περισσότερο από όλους συνδέθηκε στη Λατινική Αμερική με την ιδέα της «Μεγάλης Πατρίδας». Το όραμά του για τη λατινοαμερικανική ενότητα είχε διαβαθμίσεις. Σε ένα πρώτο επίπεδο πέτυχε, το 1819, τη δημιουργία της «Μεγάλης Κολομβίας» που αποτελούνταν από τα σημερινά κράτη της Βενεζουέλας, της Κολομβίας και του Εκουαδόρ. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, ο Μπολίβαρ οραματίστηκε το 1826 μια Συνομοσπονδία των Άνδεων, αποτελούμενη από τη «Μεγάλη Κολομβία», το Περού και τη Βολιβία. Τέλος, σε ένα τρίτο επίπεδο, υποστήριζε μια συνομοσπονδιακή ένωση για όλη την πρώην ισπανική Αμερική, κατά το πρότυπο των αρχαιοελληνικών αμφικτιονιών. Τα σχέδιά του, που τελικά ναυάγησαν, θυμίζουν το όραμα του Ρήγα για μια Βαλκανική Ομοσπονδία.

Από την άλλη πλευρά, η ασάφεια των ορίων των νέων εθνών αναδεικνύει τη σημασία του τοπικού παράγοντα. Οι Λατινοαμερικανοί επαναστάτησαν ως τοπικοί λαοί, οι οποίοι συγκρότησαν, στις σημαντικές πόλεις των πρώην ισπανικών διοικήσεων, τοπικές κυβερνητικές επιτροπές και ανέλαβαν την εκπροσώπηση της περιφέρειάς τους. Αυτές οι πόλεις και οι επαρχίες τους έγιναν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές των επαναστάσεων στις ισπανικές κτήσεις. Με άλλα λόγια, η τοπική κοινότητα έγινε η πηγή της πολιτικής κυριαρχίας. Ξέρουμε ότι και στην ελληνική επανάσταση, σε πρώτη φάση, η λαϊκή κυριαρχία εκφράστηκε μέσω τοπικών συνελεύσεων που αργότερα αντικαταστάθηκαν από περιφερειακούς οργανισμούς διοίκησης. Στη Λατινική Αμερική η κεντρική εξουσία είχε δύσκολη αναμέτρηση με τον τοπικό παράγοντα καθώς οι επαρχιακοί αρχηγοί διεκδίκησαν διαφορετικούς βαθμούς αυτονομίας. Οι μακροχρόνιες εμφύλιες συγκρούσεις που ξέσπασαν περιέπλεξαν τον προσδιορισμό των ορίων των νέων εθνών και προκάλεσαν τη διάσπαση των εδαφών των ισπανικών αποικιών σε πολλές μικρές επικράτειες. Σε αυτές έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου πολλοί παράλληλοι πολιτικοί πειραματισμοί, που η μεταγενέστερη εθνοκεντρική ανάγνωση των επαναστάσεων ανέλαβε να συνενώσει σε μία και μοναδική διαδικασία. Με άλλα λόγια, σε όλες τις επαναστάσεις που συζητούμε, αναπτύχθηκαν, στο πλαίσιο της αναζήτησης μιας νέας πολιτικής νομιμότητας, ανταγωνιστικές μορφές πολιτικής κυριαρχίας οι οποίες δείχνουν ότι η μετάβαση από την αυτοκρατορία στα κυρίαρχα έθνη δεν ήταν ούτε απλή ούτε γραμμική διαδικασία.

Alphonse Durand, Το πέρασμα των Άνδεων, 1817. Λεπτομέρεια από ελαιογραφία (1857).
Το πέρασμα των Άνδεων ήταν το μεγάλο στρατιωτικό επίτευγμα του ελευθερωτή Σσαν Μαρτίν. Διέσχισε τις Άνδεις από τη σημερινή Αργεντινή προς τη Χιλή με 5.000 στρατιώτες και 10.000 μουλάρια χρησιμοποιώντας περάσματα σε υψόμετρο 4.000 μέτρων

Θ.Γ.: Υπάρχουν επαναστάτες “γυρολόγοι” που διασχίζουν τον Ατλαντικό προκειμένου να συμμετάσχουν και στα δύο επαναστατικά κινήματα; Κυκλοφορούν το 1820 άνθρωποι που πολλές δεκαετίες αργότερα ο Λένιν θα αποκαλούσε “επαγγελματίες επαναστάτες πλήρους απασχόλησης”;

Μ.Δ.: Είναι γνωστό ότι αυτή την περίοδο δραστήρια κοινωνικά δίκτυα συνέδεσαν μέσω της συνωμοτικής δράσης και του επαναστατικού ακτιβισμού, πολύ μακρινές γωνιές όπως ήταν η Νοτιοανατολική Ευρώπη και η Νότιος Αμερική. Τα τελευταία χρόνια ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες μελέτες έχουν δείξει την ύπαρξη μιας ριζοσπαστικής Φιλελεύθερης Διεθνούς, μέλη της οποίας συμμετείχαν και στην Ελληνική Επανάσταση και στους αγώνες των Λατινοαμερικανών.

Πέρα από αυτά τα ριζοσπαστικά κοινωνικά δίκτυα, στις επαναστατημένες περιοχές συνέρρευσαν και πολλά μεμονωμένα άτομα κινούμενα από διαφορετικά κίνητρα. Μεταξύ αυτών υπήρξαν ρομαντικοί λάτρεις της ελευθερίας, τυχοδιώκτες καθώς και μισθοφόροι στρατιωτικοί που είχαν αποστρατευθεί μετά τη λήξη των Ναπολεόντειων πολέμων. Κάποιοι συμμετείχαν και στους αγώνες των Ελλήνων και στις επαναστάσεις της Ισπανικής Αμερικής. Λέγεται χαρακτηριστικά ότι ακόμη και ο Λόρδος Μπάιρον είχε σκεφτεί να μεταβεί κοντά στους επαναστάτες στη Λατινική Αμερική και ότι στο σκάφος του είχε δώσει το όνομα του Μπολίβαρ. Και στις δύο επαναστατημένες περιοχές βρίσκουμε, μεταξύ άλλων, τον λόρδο Κόχραν. Έχοντας διακριθεί για τις επιτυχίες του στο αγγλικό ναυτικό κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων, ο Κόχραν εκμίσθωσε τις υπηρεσίες του στο ναυτικό της Χιλής και στη συνέχεια συνεργάστηκε, χωρίς επιτυχία, με τον Σαν Μαρτίν για την απελευθέρωση του Περού.  Αργότερα ήρθε στην Ελλάδα το 1827 και οι ναύαρχοι του ελληνικού στόλου του παραχώρησαν την αρχηγία. Επίσης έχουμε μαρτυρίες ότι άτομα ελληνικής καταγωγής πολέμησαν για την ελευθερία των λαών της Λατινικής Αμερικής και διακρίθηκαν σε ναυμαχίες κατά του ισπανικού στόλου. Για παράδειγμα, μαρτυρείται η συμμετοχή δύο ελλήνων ναυτικών στον αγώνα της ανεξαρτησίας της Αργεντινής. Πρόκειται για τον Νικόλαο Κολμανιάτη  από την Ύδρα, που έφτασε στην Αργεντινή το 1811 και έλαβε μέρος σε μια σειρά ναυμαχιών και για τον Μιχαήλ  Σ. Σπύρου, πιθανώς από την Μυτιλήνη, ο οποίος το 1814 ανατίναξε ηρωικά το πλοιάριό του για να μην παραδοθεί στους Ισπανούς.

Θ.Γ.: Σε ποιο βαθμό η Γαλλική Επανάσταση και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι επηρεάζουν και επιδρούν στις επαναστάσεις της Λατινικής Αμερικής;

Μ.Δ.: Η επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης στις λατινοαμερικανικές επαναστάσεις ήταν αναμφίβολα καθοριστικής σημασίας. Τα τελευταία, ωστόσο, χρόνια έχει κερδίσει έδαφος η ιδέα της πολυκεντρικότητας όσον αφορά τη διαδικασία διαμόρφωσης των νεωτερικών ιδεών. Πολύ σημαντικά έργα ξεφεύγουν από τον άξονα Δυτική Ευρώπη – Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και στρέφουν την προσοχή τους στα διαφορετικά «εργαστήρια» νεωτερικής σκέψης και πολιτικών πειραματισμών που διαμορφώθηκαν στην ευρω-αμερικανική περιφέρεια. Οι Λατινοαμερικανοί πατριώτες ερμήνευσαν τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης μέσα από τους φακούς των δικών τους ιστορικών εμπειριών και παραδόσεων. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι στη Λατινική Αμερική η πατριωτική ιδεολογία ήταν μάλλον μετριοπαθής και προσπάθησε να συνδυάσει τις φιλελεύθερες και ρεπουμπλικανικές αξίες με την θρησκεία.

Από την άλλη πλευρά, οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι ήταν ο καταλύτης για τις επαναστάσεις που ξέσπασαν στα εδάφη της Ισπανικής αυτοκρατορίας. Η κατάληψη της Ιβηρικής χερσονήσου από τα στρατεύματα του Ναπολέοντα και η μοναρχική κρίση που αυτή προκάλεσε, οδήγησαν σε μια νέα διαλεκτική σχέση μεταξύ της μητρόπολης και των αποικιών της. Στην ισπανική αυτοκρατορία το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε το 1808 από την αναγκαστική παραίτηση του βασιλιά Φερδινάνδου, κινητοποίησε μια ευρύτερη φιλελεύθερη επανάσταση και οδήγησε τους λαούς της μητρόπολης και των αποικιών στην αναζήτηση μιας νέας πολιτικής νομιμότητας, που θα κατέληγε στον διαχωρισμό τους.

Agusto Ballerini, Συνάντηση Σαν Μαρτίν και Μπελγράνο στη θέση Yatasto (επαρχία Σάλτα, Αργεντινή), 1814. Ελαιογραφία (1875)

Θ.Γ.: Όταν ξεσπούν οι επαναστάσεις στη Λατινική Αμερική, σε ποια ιστορική διαδικασία μετασχηματισμού βρίσκεται η Ισπανική Αυτοκρατορία; Μπορεί να γίνει κάποια σύγκριση με την ιστορική φάση στην οποία βρίσκεται την περίοδο αυτή η Οθωμανική Αυτοκρατορία;

Μ.Δ.: Η Ισπανική αυτοκρατορία βρισκόταν αναμφίβολα σε φάση παρακμής. Είχε αποδυναμωθεί λόγω των συνεχών πολεμικών συγκρούσεών της (από το 1793 βρισκόταν διαρκώς σε πόλεμο, πρώτα με τη Γαλλική Δημοκρατία και από το 1796 με την Αγγλία), ενώ η θέση της στην «Ατλαντική οικονομία» ήταν μειονεκτική σε σχέση με τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η ναυμαχία του Τραφάλγκαρ το 1805 έδειξε την ανεπάρκεια της Ισπανίας ως ναυτικής δύναμης σε σχέση με την Αγγλία, ενώ κατά τις εισβολές που πραγματοποίησαν οι Βρετανοί, κατά τα έτη 1806-1807, στη σημερινή Αργεντινή φάνηκε η αδυναμία της μητρόπολης να προστατεύσει τις κτήσεις της. Ταυτόχρονα είχαν ενταθεί οι δυσαρέσκειες των κρεολών, δηλαδή των γεννημένων στη Λατινική Αμερική απογόνων των Ισπανών, οι οποίοι θα γίνονταν οι πρωταγωνιστές των κινημάτων για την ανεξαρτησία. Αυτές οι δυσαρέσκειες πήγαζαν κυρίως από τις μεταρρυθμίσεις που οι Ισπανοί Βουρβόνοι εφάρμοσαν κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, προκειμένου να εκσυγχρονίσουν και να «επανακατακτήσουν» πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά την αυτοκρατορία τους. Συγκεκριμένα οι κρεολοί δεν έκρυβαν τη δυσαρέσκειά τους από τις αλλαγές που επήλθαν σε καθιερωμένους θεσμούς, τη μείωση της διοικητικής αυτονομίας των αποικιών, τις έντονες φορολογικές πιέσεις, τον παραγκωνισμό τους από Ισπανούς κρατικούς αξιωματούχους αλλά και από το γεγονός ότι ο έλεγχος των τοπικών αγορών περνούσε σε μεγάλο βαθμό σε εμπόρους από τη μητρόπολη.

Από την άλλη πλευρά, η Οθωμανική αυτοκρατορία, μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο που έληξε το 1774, αναγκάστηκε να προχωρήσει σε σημαντικές πολιτικές και οικονομικές παραχωρήσεις προς τη Ρωσία και γενικά δοκιμαζόταν από οικονομική κρίση. Παράλληλα, είχαν αναπτυχθεί ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις λόγω των συνεχών κρίσεων και το αυτοκρατορικό της σύστημα έτεινε να λάβει τη μορφή ομοσπονδίας περιφερειακών τοπαρχών. Σε ό,τι αφορά τους υποτελείς λαούς, οι χριστιανικοί πληθυσμοί άρχισαν να βιώνουν το οθωμανικό κατακτητικό πλαίσιο ως περισσότερο ασφυκτικό από όταν ανέπτυξαν έντονη εμπορική δραστηριότητα την εποχή των ναπολεόντειων πολέμων και εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία για να βελτιώσουν αισθητά το οικονομικό τους επίπεδο.

Παρόλα αυτά, θα πρέπει να πούμε ότι και στα δύο αυτά αυτοκρατορικά συστήματα κυριαρχίας, οι επαναστάσεις που μελετούμε δεν ήταν μονόδρομος, ούτε μοναδικές και αναπόφευκτες λύσεις. Η Ισπανική αυτοκρατορία παρά τα προβλήματά της, διατηρούσε σε μεγάλο βαθμό τη συνοχή της ενώ η Οθωμανική αυτοκρατορία παρά τις κρίσεις της, παρέμενε μια μεγάλη δύναμη. Χρειάστηκαν κάποια συγκεκριμένα γεγονότα και διαδικασίες που λειτούργησαν ως καταλύτες στην επαναστατική διαδικασία: στην πρώτη περίπτωση η κατάκτηση της Ισπανίας από τον Ναπολέοντα και στη δεύτερη, οι πρωτοβουλίες της Φιλικής Εταιρείας.

Θ.Γ.: Τέλος, μία πιο προσωπική ερώτηση: με ποια αφορμή ή μέσω ποιας διαδικασίας αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο θέμα;

Μ.Δ.: Η ιστορία της Λατινικής Αμερικής είναι το γνωστικό αντικείμενό μου. Έχω άλλωστε περάσει μεγάλο μέρος της ζωής μου στην Αργεντινή. Παρόλο που ασχολούμαι περισσότερο με τον 20ό αιώνα, άρχισα να μελετώ τις λατινοαμερικανικές επαναστάσεις το 2010, όταν συμπληρώθηκαν τα 200 χρόνια από την έναρξη των επαναστατικών κινημάτων σε αρκετές χώρες της Νότιας Αμερικής και στο Μεξικό. Μάλιστα με τον Χρήστο Λούκο συνδιοργανώσαμε τότε ένα σχετικό συνέδριο στο Ρέθυμνο, με προσκεκλημένους σημαντικούς μελετητές των λατινοαμερικανικών επαναστάσεων. Τα 200 χρόνια από το ελληνικό 1821 προσφέρουν την ευκαιρία για αναζήτηση γόνιμων παραλληλισμών και διασυνδέσεων με τα επαναστατικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής.

***

Η Μαρία Δαμηλάκου είναι επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με γνωστικό αντικείμενο «Ιστορία της Αμερικανικής Ηπείρου». Από το 2003 διδάσκει ως μέλος ΣΕΠ στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, στο πρόγραμμα «Ισπανική Γλώσσα και Πολιτισμός». Έχει συμμετάσχει σε αρκετά ερευνητικά προγράμματα που αφορούν τη μετανάστευση, την εργασία και ζητήματα ταυτότητας στις χώρες της Νοτίου Αμερικής. Από το 2001 συμμετέχει ως ερευνήτρια στο Αρχείο Προφορικής Ιστορίας και Φωτογραφίας Γυναικών (Archivo de Palabras e Imágenes de Mujeres), με έδρα τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. Είναι συγγραφέας των έργων Έλληνες μετανάστες στην Αργεντινή: διαδικασίες συγκρότησης και μετασχηματισμοί μιας μεταναστευτικής κοινότητας, 1900-1970 (2004) και  Ιστορία της Λατινικής Αμερικής από το τέλος της αποικιοκρατίας μέχρι σήμερα (2014). Έχει επιμεληθεί τα έργα Θέματα και τάσεις της σύγχρονης Λατινοαμερικανικής Ιστοριογραφίας, Αθήνα, Ε.Μ.Ν.Ε. – Μνήμων, 2010 και Σιμόν Μπολίβαρ. Ο απελευθερωτής των συνειδήσεων. Θεμελιώδη κείμενα (μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια Μαρία Δαμηλάκου), Αθήνα, Νότιος Άνεμος, 2014, καθώς και τον τόμο 200 χρόνια από τα επαναστατικά κινήματα για την ανεξαρτησία της Λατινικής Αμερικής, 1810- 2010, Αθήνα, Ε.Μ.Ν.Ε. – Μνήμων, 2011.